επόμενο
προηγούμενο
στοιχεία

Σχετικά με τα απόβλητα και τους υλικούς πόρους

Σελίδα Τελευταία τροποποίηση : 23/01/2020
1 min read
This page was archived on 23/01/2020 with reason: Content is outdated
Η ευρωπαϊκή οικονομία είναι βασισμένη σε ένα υψηλό επίπεδο κατανάλωσης πόρων που περιλαμβάνουν τις πρώτες ύλες (όπως τα μέταλλα, τα οικοδομικά ορυκτά ή το ξύλο), την ενέργεια και το έδαφος. Η κατανάλωση των πόρων στην Ευρώπη οφείλεται κατά κύριο λόγο στην οικονομική ανάπτυξη, τις τεχνολογικές εξελίξεις και στη μεταβολή των προτύπων κατανάλωσης και παραγωγής. Σχεδόν το ένα τρίτο των χρησιμοποιούμενων πόρων μετατρέπεται σε απόβλητα και εκπομπές ρύπων. Η ετήσια κατά κεφαλήν παραγωγή αποβλήτων στις χώρες μέλη του ΕΟΠ ανέρχεται περίπου σε τέσσερις τόνους. Κατά μέσο όρο, κάθε ευρωπαίος πολίτης απορρίπτει 520 kg οικιακών αποβλήτων κάθε χρόνο, μέγεθος που αναμένεται να αυξηθεί.

Στην ΕΕ των 15, η χρήση των υλικών έχει αλλάξει ελάχιστα τις τελευταίες 2 δεκαετίες, και παραμένει περίπου στους 15-16 τόνους κατά κεφαλή το χρόνο. Ωστόσο, αυτός ο αριθμός ποικίλλει σημαντικά από χώρα σε χώρα, από περίπου 12 τόνους κατά κεφαλή στην Ιταλία σε 38 κατά κεφαλή στη Φινλανδία. Το μεγαλύτερο τμήμα αποβλήτων αποτελούν τα δομικά υλικά και ακολουθούν τα ορυκτά καύσιμα και η βιομάζα. Η αποτελεσματικότητα της χρήσης πόρων είναι αρκετές φορές μεγαλύτερη στην ΕΕ των 15 σε σχέση με τα νέα κράτη μέλη της ένωσης ή τις χώρες της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Προβλέψεις αναφέρουν ότι η χρήση πόρων στην ΕΕ έως το 2020 θα συνεχίσει να αυξάνεται.

Η χρήση πόρων αυξάνεται και σε άλλες περιοχές του κόσμου. Αυτό οφείλεται εν μέρει στην αυξημένη κατανάλωση αγαθών και υπηρεσιών στην Ευρώπη, που συχνά βασίζεται σε πόρους προερχόμενους από αυτές τις περιοχές.

Η ΕΕ σκοπεύει στη βελτίωση της αποδοτικότητας των πόρων, τη μείωση της συνολικής χρήσης μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων και των σχετικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τη χρήση πρώτων υλών, χρησιμοποιώντας έτσι ανανεώσιμους φυσικούς πόρους σε βαθμό που δεν υπερβαίνει τη δυνατότητα ανανέωσής τους (Ανανεωμένη στρατηγική της ΕΕ για τη βιώσιμη ανάπτυξη, 2006).

Η υψηλή κατανάλωση πόρων στην Ευρώπη ασκεί πίεση στο περιβάλλον εντός της Ευρώπης αλλά και σε άλλες περιοχές του κόσμου. Η πίεση αυτή προέρχεται από την εξάντληση των μη ανανεώσιμων πόρων, την εντατική χρήση των ανανεώσιμων πόρων, τις μεταφορές, τις υψηλές εκπομπές σε ύδατα, ατμόσφαιρα και έδαφος από εξορύξεις όπως και την παραγωγή, την κατανάλωση και τη δημιουργία αποβλήτων. Είναι γενικά αποδεκτό ότι υπάρχουν φυσικά όρια στη συνεχόμενη αύξηση της κατανάλωσης πόρων. Η στέγαση, η σίτιση και η κινητικότητα αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο τμήμα της χρήσης πόρων και των περιβαλλοντικών πιέσεων.

Η απόρριψη αποβλήτων είναι ικανή να προξενήσει πολλές επιπτώσεις στην υγεία και το περιβάλλον, περιλαμβανομένων των εκπομπών στην ατμόσφαιρα και τον υδροφόρο ορίζοντα, ανάλογα με το πώς γίνεται η διαχείρισή της. Τα απόβλητα αντιστοιχούν επίσης σε απώλεια φυσικών πόρων (όπως για παράδειγμα τα μέταλλα ή άλλα ανακυκλώσιμα υλικά τα οποία περιέχουν, ή τη δυνατότητα χρήσης τους ως πηγή ενέργειας). Ως εκ τούτου, η χρηστή διαχείριση των αποβλήτων μπορεί να προστατέψει τη δημόσια υγεία και την ποιότητα του περιβάλλοντος, ενώ παράλληλα υποστηρίζει τη διατήρηση των φυσικών πόρων.

Οι μεγαλύτερες ροές αποβλήτων στην Ευρώπη προέρχονται από τον χώρο των κατασκευών και κατεδαφίσεων και τις δραστηριότητες μεταποίησης. Τα περισσότερα αστικά απόβλητα της ΕΕ, προωθούνται ακόμη στις χωματερές (45%). Ωστόσο, όλο και περισσότερα αστικά απόβλητα ανακυκλώνονται ή λιπασματοποιούνται (37%) ή αποτεφρώνονται με ανάκτηση ενέργειας (18%).

                         

Permalinks

Ενέργειες Εγγράφων