επόμενο
προηγούμενο
στοιχεία

Article

Ο ατμοσφαιρικός αέρας της Ευρώπης σήμερα

Αλλαγή γλώσσας
Article Δημοσίευση 18/06/2013 Τελευταία τροποποίηση : 21/03/2023
Photo: © Justine Lepaulard
Η Ευρώπη έχει βελτιώσει την ποιότητα του ατμοσφαιρικού της αέρα κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Οι εκπομπές πολλών ρύπων περιορίστηκαν με επιτυχία, αλλά η ρύπανση ιδίως από αιωρούμενα σωματίδια και όζον συνεχίζει να εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την υγεία των Ευρωπαίων.

Σε πολλές πόλεις πλέον η ρύπανση είναι τόσο έντονη που είναι σχεδόν αδύνατο να δει κανείς τα αστέρια τη νύχτα.

Justine Lepaulard, Γαλλία (ImaginAIR)

Λονδίνο, 4 Δεκεμβρίου 1952: Πυκνή ομίχλη ξεκίνησε να απλώνεται πάνω από την πόλη, το αεράκι σταμάτησε. Κατά τις επόμενες ημέρες, ο αέρας πάνω από την πόλη παρέμεινε ακίνητος. Η καύση κάρβουνου απελευθέρωσε υψηλά επίπεδα οξειδίων του θείου και έδωσε μια κιτρινωπή απόχρωση στην ομίχλη. Τα νοσοκομεία σύντομα γέμισαν με ανθρώπους που έπασχαν από παθήσεις του αναπνευστικού συστήματος. Στις χειρότερες στιγμές, η ορατότητα σε διάφορες τοποθεσίες ήταν τόσο κακή που οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να δουν τα πόδια τους. Κατά τη Μεγάλη Αιθαλομίχλη του Λονδίνου, εκτιμάται ότι σημειώθηκε ένας αριθμός επιπλέον θανάτων μεταξύ 4 000 και 8 000 —κυρίως βρεφών και ηλικιωμένων— πέραν της μέσης θνησιμότητας.

Η υψηλή ατμοσφαιρική ρύπανση στις μεγάλες βιομηχανικές πόλεις της Ευρώπης ήταν πολύ συχνό φαινόμενο κατά τον 20ό αιώνα.  Ορυκτά καύσιμα, κάρβουνο συγκεκριμένα, χρησιμοποιούνταν συχνά ως καύσιμα σε βιομηχανίες καθώς και για τη θέρμανση των σπιτιών. Σε συνδυασμό με τις συνθήκες του χειμώνα και μετεωρολογικούς παράγοντες, υπήρχαν πολλές περιπτώσεις κατά τις οποίες ατμοσφαιρική ρύπανση σε πολύ υψηλά επίπεδα επικρατούσε σε αστικές περιοχές για ημέρες, εβδομάδες και μήνες συνεχόμενα. Μάλιστα, το Λονδίνο ήταν γνωστό για τα περιστατικά ατμοσφαιρικής ρύπανσης από τον 17ο αιώνα. Μέχρι τον 20ό αιώνα, η αιθαλομίχλη του Λονδίνου θεωρούνταν ως ένα από τα χαρακτηριστικά της πόλης, και είχε κερδίσει ακόμη και θέση στη βιβλιογραφία.

London smog

(c) Ted Russell | Getty Images

Η ανάληψη δράσης οδήγησε σε πραγματικές βελτιώσεις της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα

Πολλά έχουν αλλάξει από τότε. Στα χρόνια που ακολούθησαν μετά τη Μεγάλη Αιθαλομίχλη, η αυξημένη ευαισθητοποίηση κοινού και πολιτικών οδήγησε σε νομοθεσία με στόχο τη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης από σταθερές πηγές όπως τα σπίτια, το εμπόριο και η βιομηχανία. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, πολλές χώρες, όχι μόνο το Ηνωμένο Βασίλειο, είχαν ξεκινήσει να ψηφίζουν νόμους για την αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.

Στα 60 χρόνια από τη Μεγάλη Αιθαλομίχλη, η ποιότητα του αέρα της Ευρώπης έχει βελτιωθεί σημαντικά, κυρίως λόγω της αποτελεσματικής εθνικής, ευρωπαϊκής και διεθνούς νομοθεσίας.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, έγινε σαφές ότι το πρόβλημα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης μπορούσε να λυθεί μόνο μέσω διεθνούς συνεργασίας. Κατά τη δεκαετία του 1960, μελέτες έδειξαν ότι η όξινη βροχή που προκαλούσε την οξίνιση των ποταμών και λιμνών της Σκανδιναβίας, οφειλόταν στους ρύπους που απελευθερώνονταν στον αέρα στην ηπειρωτική Ευρώπη. Το αποτέλεσμα ήταν το πρώτο διεθνές και νομικά δεσμευτικό όργανο για την αντιμετώπιση των προβλημάτων ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε ευρεία περιφερειακή βάση, δηλαδή η Σύμβαση για τη Διασυνοριακή Ατμοσφαιρική Ρύπανση Μεγάλης Απόστασης (LRTAP) του 1979, της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη.

Οι τεχνολογικές εξελίξεις, για ορισμένες από τις οποίες το έναυσμα ήταν η νομοθεσία, έχουν επίσης συμβάλει στη βελτίωση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα στην Ευρώπη. Για παράδειγμα, οι κινητήρες των αυτοκινήτων έχουν γίνει πιο αποτελεσματικοί ως προς την κατανάλωση καυσίμων, τα νέα ντιζελοκίνητα αυτοκίνητα έχουν φίλτρα σωματιδίων και στις βιομηχανικές εγκαταστάσεις έχει αρχίσει να χρησιμοποιείται ολοένα και πιο αποτελεσματικός εξοπλισμός για τον περιορισμό της ρύπανσης. Μέτρα όπως τα τέλη κυκλοφοριακής συμφόρησης ή φορολογικά κίνητρα για πιο καθαρά αυτοκίνητα έχουν επίσης αποδειχθεί αρκετά αποτελεσματικά.

Οι εκπομπές ορισμένων ατμοσφαιρικών ρύπων, όπως το διοξείδιο του θείου, το μονοξείδιο του άνθρακα και το βενζόλιο έχουν περιοριστεί σημαντικά. Αυτό έχει οδηγήσει σε σαφείς βελτιώσεις της ποιότητας του αέρα και κατά συνέπεια της δημόσιας υγείας. Για παράδειγμα, η αλλαγή από κάρβουνο σε φυσικό αέριο έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη μείωση των συγκεντρώσεων του διοξειδίου του θείου: κατά την περίοδο 2001-2010, οι συγκεντρώσεις διοξειδίου του θείου μειώθηκαν στο μισό στην ΕΕ.

Ο μόλυβδος είναι ένας ακόμη ρύπος που αντιμετωπίστηκε με επιτυχία μέσω της νομοθεσίας. Κατά τη δεκαετία του 1920, ξεκίνησε να χρησιμοποιείται μολυβδούχος βενζίνη στα περισσότερα οχήματα για αποφυγή ζημίας στους κινητήρες εσωτερικής καύσης. Οι επιπτώσεις στην υγεία από τον μόλυβδο που απελευθερωνόταν στον ατμοσφαιρικό αέρα δεν έγιναν γνωστές παρά δεκαετίες αργότερα. Ο μόλυβδος επηρεάζει τα όργανα και το νευρικό σύστημα, εμποδίζοντας την πνευματική ανάπτυξη, ιδίως στα παιδιά. Ξεκινώντας από τη δεκαετία του 1970, μια σειρά δράσεων, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο, οδήγησε στη σταδιακή κατάργηση των μολυβδούχων πρόσθετων στη βενζίνη που χρησιμοποιείται στα οχήματα. Σήμερα, σχεδόν όλοι οι σταθμοί παρακολούθησης των συγκεντρώσεων μολύβδου στον ατμοσφαιρικό αέρα, αναφέρουν επίπεδα συγκέντρωσης σαφώς χαμηλότερα από τα όρια που θέτει η νομοθεσία της ΕΕ.

Πού βρισκόμαστε τώρα;

Για άλλους ατμοσφαιρικούς ρύπους τα αποτελέσματα είναι λιγότερο σαφή. Οι χημικές αντιδράσεις στην ατμόσφαιρα που μας περιβάλλει και η εξάρτησή μας από συγκεκριμένες οικονομικές δραστηριότητες, καθιστούν πιο δύσκολη την αντιμετώπιση αυτών των ρύπων.

Άλλη δυσκολία προκύπτει από τον τρόπο με τον οποίο εφαρμόζεται και εκτελείται η νομοθεσία στις χώρες της ΕΕ. Η νομοθεσία σχετικά με τον ατμοσφαιρικό αέρα στην ΕΕ συνήθως θέτει στόχους ή όρια για συγκεκριμένες ουσίες, αλλά αφήνει τις χώρες να καθορίσουν τον τρόπο με τον οποίο θα πετύχουν τους στόχους αυτούς.

Ορισμένες χώρες έχουν λάβει πολλά αποτελεσματικά μέτρα για την αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Άλλες χώρες έχουν λάβει λιγότερα μέτρα ή τα μέτρα που έλαβαν αποδείχθηκαν λιγότερο αποτελεσματικά. Αυτό μπορεί να οφείλεται εν μέρει σε διαφορετικά επίπεδα παρακολούθησης και διαφορετικές δυνατότητες για την επιβολή μέτρων στις χώρες.

Ένα άλλο πρόβλημα σχετικά με τον έλεγχο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ εργαστηριακών δοκιμών και πραγματικών συνθηκών. Σε περιπτώσεις όπου η νομοθεσία έχει ως στόχο συγκεκριμένους τομείς όπως οι μεταφορές ή η βιομηχανία, οι τεχνολογίες που δοκιμάζονται σε ιδανικές εργαστηριακές συνθήκες μπορεί να εμφανίζονται πιο καθαρές και αποτελεσματικές απ' ότι στις πραγματικές χρήσεις και καταστάσεις.

Πρέπει επίσης να έχουμε υπόψη μας ότι οι νέες καταναλωτικές τάσεις ή τα μέτρα πολιτικής που δεν σχετίζονται με τον ατμοσφαιρικό αέρα μπορεί επίσης να έχουν ακούσια επίπτωση στην ποιότητα του αέρα της Ευρώπης.

ImaginAIR: Agricultural traditions that harm

(c) Cristina Sînziana, ImaginAIR/EEA

«Η πανάρχαια πρακτική της καύσης των καλαμών στις αγροτικές περιοχές εξακολουθεί να χρησιμοποιείται στη Ρουμανία. Αποτελεί έναν τρόπο καθαρισμού της περιοχής για νέες, πλούσιες καλλιέργειες. Εκτός από τις αρνητικές επιπτώσεις που έχει στη φύση, θεωρώ επίσης ότι αυτή η δραστηριότητα είναι επιβλαβής για την υγεία της τοπικής κοινότητας. Καθώς στη δραστηριότητα της καύσης συμμετέχει ένας ορισμένος αριθμός ανθρώπων για τον έλεγχο της φωτιάς, ο αντίκτυπος είναι πολύ συγκεκριμένος.» Cristina Sînziana Buliga, Ρουμανία

Η έκθεση σε ΑΣ εξακολουθεί να βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα στις πόλεις

Η ισχύουσα ευρωπαϊκή και διεθνής νομοθεσία που στοχεύει στην αντιμετώπιση των ΑΣ ταξινομεί τα σωματίδια σε δύο μεγέθη—με διάμετρο 10 μικρά ή λιγότερο και με διάμετρο 2,5 μικρά ή λιγότερο (ΑΣ10 και ΑΣ2,5)— και στοχεύει τόσο στις άμεσες εκπομπές όσο και στις εκπομπές πρόδρομων αερίων.

Παρατηρούνται σημαντικά επιτεύγματα σχετικά με τις εκπομπές ΑΣ στην Ευρώπη. Μεταξύ 2001 και 2010, οι άμεσες εκπομπές ΑΣ10 και ΑΣ2,5 μειώθηκαν κατά 14 % στην Ευρωπαϊκή Ένωση και κατά 15 % στις 32 χώρες του ΕΟΠ.

Οι εκπομπές των πρόδρομων ουσιών των ΑΣ έχουν επίσης μειωθεί στην ΕΕ: τα οξείδια του θείου κατά 54 % (44 % στις 32 χώρες του ΕΟΠ), τα οξείδια του αζώτου κατά 26 % (23 % στις 32 χώρες του ΕΟΠ), η αμμωνία κατά 10 % (8 % στις 32 χώρες του ΕΟΠ).

Αυτές οι μειώσεις των εκπομπών ωστόσο δεν έχουν οδηγήσει πάντοτε σε μικρότερη έκθεση σε ΑΣ. Το ποσοστό του αστικού πληθυσμού της Ευρώπης που εκτίθεται σε επίπεδα συγκεντρώσεων ΑΣ10 ανώτερα από τις τιμές που θέτει η νομοθεσία της ΕΕ παρέμεινε υψηλό (18-41 % για την ΕΕ των 15 και 23-41 % για τις 32 χώρες του ΕΟΠ) και παρουσίασε μόνο μια μικρή μείωση κατά την τελευταία δεκαετία. Λαμβάνοντας υπόψη τις αυστηρότερες κατευθυντήριες γραμμές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), ποσοστό μεγαλύτερο από 80 % του αστικού πληθυσμού στην ΕΕ εκτίθεται σε υπερβολικές συγκεντρώσεις ΑΣ10.

Επομένως, εάν οι εκπομπές έχουν μειωθεί σημαντικά, γιατί εξακολουθούμε να έχουμε υψηλά επίπεδα έκθεσης σε ΑΣ στην Ευρώπη; Η μείωση των εκπομπών σε μία περιοχή ή από συγκεκριμένες πηγές δεν οδηγεί αυτομάτως σε χαμηλότερες συγκεντρώσεις. Ορισμένοι ρύποι είναι δυνατό να παραμείνουν στην ατμόσφαιρα για αρκετό διάστημα ώστε να μεταφερθούν από μια χώρα σε άλλη, από μια ήπειρο σε άλλη, ή σε κάποιες περιπτώσεις σε ολόκληρη την υφήλιο. Η διηπειρωτική μεταφορά των σωματιδίων και των πρόδρομων ουσιών τους μπορεί να εξηγήσει κατά κάποιον τρόπο γιατί ο αέρας της Ευρώπης δεν έχει βελτιωθεί στον ίδιο βαθμό που έχουν μειωθεί οι εκπομπές ΑΣ και των πρόδρομων ουσιών τους.

Ένας ακόμη λόγος για τις συνεχιζόμενες υψηλές συγκεντρώσεις ΑΣ μπορεί να εντοπιστεί στα καταναλωτικά μας μοντέλα. Για παράδειγμα, κατά τα τελευταία χρόνια, η καύση ξύλου και κάρβουνου σε μικρές εστίες για οικιακή θέρμανση έχει αποτελέσει πρωτεύουσα πηγή ρύπανσης από ΑΣ10 σε ορισμένες αστικές περιοχές, ιδίως στην Πολωνία, τη Σλοβακία και τη Βουλγαρία. Αυτό οφείλεται εν μέρει στις υψηλές τιμές ενέργειας, οι οποίες ώθησαν τα χαμηλού εισοδήματος κυρίως νοικοκυριά στην επιλογή φθηνότερων εναλλακτικών.

Όζον: εφιάλτης σε ζεστές καλοκαιρινές ημέρες;

Η Ευρώπη επίσης πέτυχε μείωση των εκπομπών όσον αφορά τις πρόδρομες ουσίες του όζοντος κατά το διάστημα μεταξύ 2001 και 2010. Στην ΕΕ, οι εκπομπές οξειδίων του αζώτου μειώθηκαν κατά 26 % (23 % στις 32 χώρες του ΕΟΠ), των μη μεθανικών πτητικών οργανικών ενώσεων μειώθηκαν κατά 27 % (28 % στις 32 χώρες του ΕΟΠ), και του μονοξειδίου του άνθρακα κατά 33 % (35 % στις 32 χώρες του ΕΟΠ).

Όπως και με τα ΑΣ, οι ποσότητες των πρόδρομων ουσιών του όζοντος που εκπέμπονται στην ατμόσφαιρα έχουν μειωθεί, αλλά δεν έχει παρατηρηθεί αντίστοιχη μείωση των υψηλών επιπέδων συγκέντρωσης του όζοντος. Αυτό οφείλεται εν μέρει στη διηπειρωτική μεταφορά του όζοντος και των πρόδρομων ουσιών του. Η τοπογραφία και οι μεταβολές από χρόνο σε χρόνο όσον αφορά τις μετεωρολογικές συνθήκες, όπως οι άνεμοι και οι θερμοκρασίες, επίσης παίζουν ρόλο.

Παρά τη μείωση που έχει παρατηρηθεί στον αριθμό και τη συχνότητα των αιχμών συγκέντρωσης του όζοντος κατά τους θερινούς μήνες, η έκθεση αστικών πληθυσμών στο όζον εξακολουθεί να παραμένει υψηλή. Κατά την περίοδο 2001-2010, ποσοστό μεταξύ 15 και 61 % του αστικού πληθυσμού της ΕΕ ήταν εκτεθειμένο σε επίπεδα όζοντος υψηλότερα από τις τιμές-στόχους της ΕΕ, κυρίως στη νότια Ευρώπη λόγω των θερμότερων καλοκαιριών. Σύμφωνα με τις αυστηρότερες κατευθυντήριες γραμμές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, σχεδόν όλοι οι κάτοικοι αστικών περιοχών στην ΕΕ ήταν εκτεθειμένοι σε υπερβολικά επίπεδα όζοντος. Γενικά, τα επεισόδια όζοντος είναι πιο συχνά στην περιοχή της Μεσογείου παρά στη βόρεια Ευρώπη.

Όμως, οι υψηλές συγκεντρώσεις όζοντος δεν αποτελούν μόνον ένα αστικό φαινόμενο που παρατηρείται κατά τους θερινούς μήνες. Παραδόξως, τα επίπεδα όζοντος τείνουν να είναι σε γενικές γραμμές υψηλότερα σε αγροτικές περιοχές, παρόλο που εκεί εκτίθενται λιγότεροι άνθρωποι. Στις αστικές περιοχές συνήθως παρατηρούνται υψηλότερα επίπεδα κυκλοφοριακού φόρτου σε σύγκριση με τις αγροτικές περιοχές. Ωστόσο, ένας από τους ρύπους που απελευθερώνεται από τις οδικές μεταφορές καταστρέφει μόρια όζοντος μέσω μιας χημικής αντίδρασης, και μπορεί έτσι να οδηγήσει σε χαμηλότερα επίπεδα όζοντος σε αστικές περιοχές. Ωστόσο, τα υψηλότερα επίπεδα κυκλοφοριακού φόρτου έχουν ως αποτέλεσμα υψηλότερα επίπεδα ΑΣ στις πόλεις.

ImaginAIR: Sustainable and beautiful

(c) Jerome Prohaska, ImaginAIR/EEA

Νομοθεσία για την μείωση των εκπομπών

Δεδομένου ότι μπορεί να προέρχονται εν μέρει από άλλες χώρες, οι εκπομπές ορισμένων ΑΣ και πρόδρομων ουσιών του όζοντος καλύπτονται από το Πρωτόκολλο του Γκέτεμποργκ στη Σύμβαση για τη Διασυνοριακή Ατμοσφαιρική Ρύπανση Μεγάλης Απόστασης (Σύμβαση LRTAP).

Το 2010, δώδεκα χώρες της ΕΕ, και η ίδια η ΕΕ, υπερέβησαν ένα ή περισσότερα ανώτατα όρια εκπομπών (το επιτρεπόμενο επίπεδο εκπομπών) για έναν ή περισσότερους ρύπους που καλύπτονται από τη σύμβαση (οξείδια του αζώτου, αμμωνία, διοξείδιο του θείου και μη μεθανικές πτητικές οργανικές ενώσεις). Οι έντεκα από τις δώδεκα χώρες υπερέβησαν τα ανώτατα όρια για τα οξείδια του αζώτου.

Παρόμοια εικόνα προκύπτει από τη νομοθεσία της ΕΕ. Η οδηγία σχετικά με τα εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών (NEC) ρυθμίζει τις εκπομπές των ίδιων τεσσάρων ρύπων που αναφέρονται στο Πρωτόκολλο του Γκέτεμποργκ, αλλά με ελαφρώς πιο αυστηρά ανώτατα όρια για ορισμένες χώρες. Τα τελικά επίσημα δεδομένα για την οδηγία NEC δείχνουν ότι δώδεκα χώρες της ΕΕ δεν κατάφεραν να τηρήσουν τα νομικώς δεσμευτικά ανώτατα όρια εκπομπών για τα οξείδια του αζώτου το 2010. Αρκετές από αυτές τις χώρες, επίσης, δεν κατάφεραν να τηρήσουν τα όρια για έναν ή περισσότερους από τους άλλους τρεις ρύπους.

Από πού προέρχονται οι ατμοσφαιρικοί ρύποι;

Η συμβολή των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στη δημιουργία ατμοσφαιρικών ρύπων είναι σε γενικές γραμμές ευκολότερο να μετρηθεί και να παρακολουθηθεί σε σύγκριση με τις φυσικές πηγές ρύπων, αλλά αυτή η ανθρώπινη συμβολή ποικίλλει έντονα αναλόγως του ρύπου. Η κατανάλωση καυσίμων είναι σαφώς ένας βασικός παράγοντας και εκτείνεται σε διάφορους οικονομικούς τομείς, από τις οδικές μεταφορές και τα νοικοκυριά έως τη χρήση και την παραγωγή ενέργειας.

Η γεωργία είναι άλλος ένας τομέας με σημαντική συμβολή στις συγκεντρώσεις συγκεκριμένων ρύπων. Περίπου 90 % των εκπομπών αμμωνίας και 80 % των εκπομπών μεθανίου προέρχονται από γεωργικές δραστηριότητες. Άλλες πηγές μεθανίου είναι τα απόβλητα (χωματερές), τα ανθρακωρυχεία και η μεταφορά αερίου σε μεγάλες αποστάσεις.

Ποσοστό μεγαλύτερο του 40 % των εκπομπών οξειδίων του αζώτου προέρχεται από τις οδικές μεταφορές, ενώ περίπου 60 % των οξειδίων του θείου προέρχεται από παραγωγή ενέργειας και διανομή στα μέλη και τις συνεργαζόμενες χώρες του ΕΟΠ. Εμπορικά, κυβερνητικά και δημόσια κτίρια, καθώς και νοικοκυριά, συνεισφέρουν περίπου το ήμισυ των εκπομπών ΑΣ2,5 και μονοξειδίου του άνθρακα.

Είναι σαφές ότι πολλοί διαφορετικοί οικονομικοί τομείς συμβάλλουν στην ατμοσφαιρική ρύπανση. Η εισαγωγή θεμάτων ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων για τους τομείς αυτούς μπορεί να μην είναι δυνατό να γίνει τίτλος στις εφημερίδες, αλλά θα βοηθούσε σαφώς στη βελτίωση της ποιότητας του αέρα της Ευρώπης.

Πηγές ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην Ευρώπη

Η ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα υπό δημόσιο έλεγχο

Αυτό που πραγματικά έγινε τίτλος στις εφημερίδες διεθνώς και προσέλκυσε την προσοχή του κοινού τα τελευταία χρόνια, ήταν η ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα σε μεγάλες αστικές περιοχές, ιδίως για τις πόλεις που φιλοξένησαν τους Ολυμπιακούς Αγώνες.

Ας πάρουμε για παράδειγμα το Πεκίνο. Η πόλη είναι γνωστή για τους ταχέως ανεγειρόμενους ουρανοξύστες της, καθώς και για την ατμοσφαιρική της ρύπανση. Το Πεκίνο ξεκίνησε συστηματικό έλεγχο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης το 1998, τρία χρόνια πριν επιλεγεί επίσημα για να φιλοξενήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Οι αρχές έλαβαν συγκεκριμένα μέτρα για τη βελτίωση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα πριν από τους Αγώνες. Παλιά ταξί και λεωφορεία αντικαταστάθηκαν και ρυπαίνουσες βιομηχανίες μεταφέρθηκαν ή έκλεισαν. Κατά τις εβδομάδες πριν από τους Αγώνες, οι κατασκευαστικές εργασίες σταμάτησαν προσωρινά και η χρήση των αυτοκινήτων ήταν περιορισμένη.

Ο καθηγητής C.S. Kiang, ένας από τους κορυφαίους κινέζους επιστήμονες για θέματα κλίματος, μιλάει για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα κατά τους αγώνες του Πεκίνου: «Κατά τις δύο πρώτες ημέρες των Αγώνων, η συγκέντρωση των ΑΣ2,5, των πολύ μικρών σωματιδίων που διεισδύουν σε βάθος στους πνεύμονες, ήταν περίπου 150mg/m3. Τη δεύτερη ημέρα, άρχισε να βρέχει, οι άνεμοι δυνάμωσαν και τα επίπεδα ΑΣ2,5 έπεσαν απότομα και στη συνέχεια κυμάνθηκαν περίπου στα 50mg/m3, τιμή που είναι διπλάσια από τα 25mg/m3 των κατευθυντήριων γραμμών του ΠΟΥ.»

London marathon

(c) Rob Ewen | iStock

Παρόμοια συζήτηση έλαβε χώρα στο Ηνωμένο Βασίλειο πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου το 2012. Θα ήταν αρκετά καλή η ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα για τους αθλητές των Ολυμπιακών, ιδίως για τους μαραθωνοδρόμους ή τους ποδηλάτες; Σύμφωνα με το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ, οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Λονδίνου δεν διεξήχθησαν χωρίς ρύπανση, ωστόσο είναι πιθανό ότι ήταν οι αγώνες που πραγματοποιήθηκαν υπό τις συνθήκες λιγότερης ρύπανσης κατά τα τελευταία χρόνια. Οι ευνοϊκές καιρικές συνθήκες και ο καλός σχεδιασμός φαίνεται ότι βοήθησαν. Ήταν αρκετά μεγάλο επίτευγμα σε σύγκριση με το Λονδίνο του 1952.

Δυστυχώς, το πρόβλημα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης δεν εξαφανίζεται μόλις σβήσουν οι προβολείς των Ολυμπιακών Αγώνων. Κατά τις πρώτες ημέρες του 2013, το Πεκίνο ήταν και πάλι καλυμμένο από έντονη ατμοσφαιρική ρύπανση. Στις 12 Ιανουαρίου, επίσημες μετρήσεις έδειξαν συγκεντρώσεις ΑΣ2,5 μεγαλύτερες από 400 mg/m3, ενώ ανεπίσημες αναλύσεις σε διάφορες τοποθεσίες έφταναν τα 800 mg/m3.

Περισσότερες πληροφορίες

Permalinks

Geographic coverage

Tags

Αρχειοθέτηση
Αρχειοθέτηση air quality, air pollution
Ενέργειες Εγγράφων