επόμενο
προηγούμενο
στοιχεία

Article

Οδεύοντας προς την παγκόσμια βιωσιμότητα

Αλλαγή γλώσσας
Article Δημοσίευση 17/11/2015 Τελευταία τροποποίηση : 18/05/2021
Photo: © Leyla Emektar, Picture2050 /EEA
Φέτος τον Αύγουστο, περισσότερες από 190 χώρες κατέληξαν σε συναίνεση σχετικά με την ατζέντα 2030 των Ηνωμένων Εθνών για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Αργότερα εντός του μήνα,, οι αρχηγοί κρατών θα εγκρίνουν, στη Νέα Υόρκη, την ατζέντα αυτή μαζί με τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης. Σε αντίθεση με τους προηγούμενους στόχους, οι Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης (Sustainable Development Goals - SDG) αφορούν τόσο τις αναπτυσσόμενες όσο και τις ανεπτυγμένες χώρες και εστιάζουν σε ένα ευρύτερο φάσμα θεματικών σχετικών με την αειφόρο ανάπτυξη. Πολλοί από τους 17 SDG περιλαμβάνουν στοιχεία που σχετίζονται με το περιβάλλον, τη χρήση πόρων ή την κλιματική αλλαγή.

Αυτή η παγκόσμια και πιο ολοκληρωμένη δέσμευση στην βιωσιμότητα είναι ενθαρρυντική. Η αναγνώριση ότι η βιώσιμη ανάπτυξη αποτελεί ταυτόχρονα πρόκληση και αναγκαιότητα για τις αναπτυσσόμενες και για τις ανεπτυγμένες χώρες αποτελεί αναμφίβολα ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση.

Στο πλαίσιο αυτό, ο γενικός στόχος του 7oυ προγράμματος δράσης για το περιβάλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι σύμφωνος με τους SDG: «Το 2050, οι άνθρωποι ευημερούν εντός των οικολογικών ορίων του πλανήτη». Στην ΕΕ έχει θεσπιστεί σημαντικός αριθμός μέτρων για την επίτευξη του στόχου αυτού. Ωστόσο, η παγκόσμιος χαρακτήρας της οικονομίας και του περιβάλλοντός μας καθιστά πιο δύσκολο για τα κράτη ή για ομάδες κρατών που ενεργούν από κοινού (όπως η ΕΕ) να επιλύουν από μόνα τους περιβαλλοντικά προβλήματα. Για παράδειγμα, ανεξαρτήτως του τόπου όπου εκλύθηκαν, οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου συμβάλλουν στις παγκόσμιες ατμοσφαιρικές συγκεντρώσεις, επιφέροντας επιπτώσεις μακριά από την πηγή — και ενδεχομένως πολύ μακροπρόθεσμες.

Χωρίς μια παγκόσμια προσπάθεια και μετάβαση στην πραγματική βιωσιμότητα, κινδυνεύουμε να υπονομεύσουμε την ευημερία και την ποιότητα ζωής σε ολόκληρο τον πλανήτη. Η έκθεσή μας «Το ευρωπαϊκό περιβάλλον — κατάσταση και προοπτικές 2015» (SOER 2015) δείχνει ότι τα υφιστάμενα πρότυπα κατανάλωσης και παραγωγής ενισχύουν την ποιότητα της ανθρώπινης ζωής — ενώ παραδόξως, τη θέτουν ταυτόχρονα σε κίνδυνο.

Προσεγγίζοντας τα όρια

Η έκθεση SOER 2015 τονίζει επίσης ότι υπάρχουν ενδείξεις πως οι ανθρώπινες οικονομίες προσεγγίζουν τα οικολογικά όρια εντός των οποίων εντάσσονται, και ότι ήδη οι άνθρωποι βιώνουν ορισμένα από τα αποτελέσματα των φυσικών και περιβαλλοντικών περιορισμών των πόρων. Σύμφωνα με διαθέσιμες εκτιμήσεις, η συνολική κατανάλωση παγκοσμίως ξεπερνά την ικανότητα αναγέννησης του πλανήτη κατά περισσότερο από 50%. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι καταναλώνουν περισσότερα από όσα μπορεί ο πλανήτης να παράγει σε ορισμένο χρονικό διάστημα χωρίς να αποδυναμωθεί η παραγωγική του ικανότητα.

Ορισμένες παγκόσμιες μεγατάσεις προκαλούν επιπλέον ανησυχία. Σήμερα, λιγότερα από 2 από τα συνολικά 7 δισεκατομμύρια του παγκόσμιου πληθυσμού θεωρούνται καταναλωτές μεσαίας τάξης. Έως το 2050, ο αριθμός του πληθυσμού του πλανήτη αναμένεται να φτάσει τα 9 δισεκατομμύρια, με πάνω από 5 δισεκατομμύρια να ανήκουν στη μεσαία τάξη. Αυτή η αύξηση πιθανώς να συνοδεύεται από μια εντατικοποίηση του παγκόσμιου ανταγωνισμού για τους πόρους και από αυξανόμενη εκμετάλλευση των οικοσυστημάτων.

Η χρήση υλών παγκοσμίως ενδέχεται να διπλασιαστεί έως το 2030. Η παγκόσμια ζήτηση σε ενέργεια και νερό προβλέπεται να αυξηθεί κατά 30% με 40% κατά τα επόμενα 20 χρόνια. Ομοίως, η συνολική ζήτηση για τρόφιμα, ζωοτροφές αναμένεται να αυξηθεί περίπου κατά 60% έως το 2050.

Η κλιμακούμενη έλλειψη πόρων των πόρων και ο αυξανόμενος ανταγωνισμός εγείρουν ανησυχίες σχετικά με την ασφάλεια της πρόσβασης σε προμήθειες βασικών πόρων. Οι αυξανόμενες ανησυχίες για τα τρόφιμα, το νερό και την ενεργειακή ασφάλεια έδωσαν ώθηση στη διακρατική απόκτηση γαιών τα τελευταία 5-10 χρόνια, κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες.

Ευρώπη και παγκόσμια βιωσιμότητα

H Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένας σημαντικός παγκόσμιος παράγοντας ως παραγωγός και καταναλωτής. Το οικολογικό αποτύπωμα των περισσότερων ευρωπαϊκών κρατών, κατά τη δεδομένη χρονική στιγμή, ξεπερνά τη διαθέσιμη περιοχή βιολογικής παραγωγής τους ή διαφορετικά, τη «βιολογική ικανότητά» τους. Επιπλέον, δεδομένων των εμπορικών συναλλαγών της ΕΕ με τον υπόλοιπο κόσμο, ένα σημαντικό μερίδιο των περιβαλλοντικών πιέσεων που σχετίζονται με την κατανάλωση στην ΕΕ γίνεται αισθητό εκτός του εδάφους της ΕΕ. Επίσης, το μερίδιο του περιβαλλοντικού αποτυπώματος της ζήτησης της ΕΕ που προκαλείται πέρα από τα σύνορά της έχει αυξηθεί κατά την τελευταία δεκαετία για γη, ύδατα, χρήση υλών, καθώς και για εκπομπές αερίων.

Τα τελευταία χρόνια, έχουν διαμορφωθεί παγκόσμια περιβαλλοντικά ζητήματα από την άποψη των κομβικών σημείων, των ορίων και των κενών. Η διαμόρφωση αυτή δεν απεικονίζεται ακόμη στις κοινωνίες, τις οικονομίες, τα συστήματα χρηματοδότησης, τις πολιτικές ιδεολογίες και τα συστήματα γνώσης, τα οποία ακόμη δεν λειτουργούν λαμβάνοντας υπόψη την ιδέα των φραγμών ή ορίων του πλανήτη. Ωστόσο, ο πλανήτης μας διαθέτει περιορισμένες ποσότητες βασικών πόρων όπως το νερό και η γη.

Σε ένα παγκόσμιο οικονομικό σύστημα που δεσμεύεται από περιορισμένους πόρους και βρίσκεται αντιμέτωπο με την αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση και την περιβαλλοντική υποβάθμιση, μια πράσινη οικονομία αποδοτικής χρήσης των πόρων αποτελεί τη μόνη βιώσιμη λύση. Η μετάβαση στην πράσινη οικονομία περιλαμβάνει ριζικές αλλαγές στον τρόπο που παράγουμε και καταναλώνουμε αγαθά και υπηρεσίες, οικοδομούμε πόλεις, μεταφέρουμε πρόσωπα και αγαθά, καλλιεργούμε τρόφιμα, κλπ.

Οι πολιτικές που έχουν ως στόχο να γίνει πιο πράσινη η οικονομία δεν χρειάζεται να αντιμετωπίζονται ως εμπόδια ή ως δαπανηρές. Αντιθέτως, μπορούν να μετατραπούν σε ευκαιρίες. Πολλοί τομείς της οικονομίας στην Ευρώπη έχουν επιτύχει τη μείωση στη ζήτηση πρώτων υλών και στις εκπομπές ή την αποσύνδεση μεταξύ οικονομικής ανάπτυξης και εκπομπών. Για παράδειγμα, ο τομέας της βιομηχανίας περιβάλλοντος παρουσίασε αύξηση πάνω από 50% μεταξύ 2000 και 2011. Είναι ένας από τους λίγους οικονομικούς τομείς στην ΕΕ που άνθισε μετά την οικονομική κρίση του 2008.

Ομοίως, η αύξηση του πληθυσμού και ο αυξανόμενος ανταγωνισμός για τους πόρους μπορούν να θεωρηθούν ως οι δυνάμεις που επιφέρουν την απαραίτητη συστημική αλλαγή. Η αρχή για την αντιμετώπισή τους μπορεί να γίνει με την οικοδόμηση χωροταξικά σχεδιασμένων πόλεων ανά την υφήλιο με βασικά συστήματα, όπως η ενέργεια, η κινητικότητα και η μεταφορά, τα οποία δεν θα ασκούν πιέσεις στο φυσικό κεφάλαιο και που θα προσεγγίζουν στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό τις μηδενικές εκπομπές άνθρακα και τα μηδενικά απόβλητα.

Hans Bruyninckx 
Εκτελεστικός διευθυντής του ΕΟΠ 

Κύριο άρθρο που δημοσιεύθηκε στο τεύχος αριθ. 2015/3 του ενημερωτικού δελτίου του ΕΟΠ, Σεπτέμβριος 2015

Permalinks

Geographic coverage

Ενέργειες Εγγράφων