επόμενο
προηγούμενο
στοιχεία

Article

Ψάρι έξω απ’ το νερό - Διαχείριση του θαλάσσιου περιβάλλοντος σε ένα μεταβαλλόμενο κλίμα

Αλλαγή γλώσσας
Article Δημοσίευση 23/03/2009 Τελευταία τροποποίηση : 11/05/2021
Μια ιστορία ψαράδων. Τη νύχτα της 6ης Οκτωβρίου 1986 αλιείς αστακοκαραβίδων από την μικρή κωμόπολη Gilleleje, βόρεια της Κοπεγχάγης, που ψαρεύουν στην Θάλασσα Kattegat, βρήκαν τα δίχτυα τους παραφουσκωμένα με καραβίδες. Πολλοί από τα ζωικούς αυτούς οργανισμούς ήταν νεκροί ή ημιθανείς ενώ περίπου οι μισές αστακοκαραβίδες είχαν ένα παράξενο χρώμα.

Εάν δεν αλιευθούν για δύο χρόνια οι πληθυσμοί του γάδου στην Βαλτική θα ανακάμψουν

Henrik Sparholt, Εμπειρογνώμων του Συμβουλευτικού Προγράμματος του ICES

Παρατηρήσεις για το διαλυμένο οξυγόνο στο νερό σε συνδυασμό με τις νεκρές καραβίδες αποκάλυψαν στους ερευνητές του Εθνικού Ινστιτούτου Περιβαλλοντικών Ερευνών της Δανίας ότι μία εξαιρετικά μεγάλη περιοχή στον πυθμένα του βόρειου τμήματος της Θάλασσας Kattegat παρουσίαζε έλλειψη οξυγόνου. Τα παράδοξα περιστατικά προκλήθηκαν από την «ανοξία» ή την απουσία οξυγόνου στον θαλάσσιο πυθμένα εκείνο το βράδυ. Οι επιστήμονες θεωρούν ότι οι καραβίδες υπέφεραν από ασφυξία!

Είκοσι δύο χρόνια μετά, μεγάλα τμήματα της Βαλτικής έχουν επηρεαστεί από ανοξυγονικές περιοχές ή «νεκρές ζώνες».

Κατάρρευση της αποθεμάτων ιχθύων στο Bornholm

To Bornholm, ένα ειδυλλιακό νησί της Δανίας, που βρίσκεται στην είσοδο της Βαλτικής Θάλασσας, ανάμεσα, πάνω κάτω, στην Σουηδία, την Γερμανία και την Πολωνία, είναι αρκετά γνωστό για την καπνιστή ρέγγα του. Για αιώνες, η αφθονία ιχθύων αποτελούσε τον ακρογωνιαίο λίθο της τοπικής οικονομίας.

Τη δεκαετία του 1970 περίπου το μισό του αλιευτικού εισοδήματος προερχόταν από τον γάδο (βακαλάο). Κατά το τέλος της δεκαετίας του 1980 τα αλιεύματα γάδου είχαν αυξηθεί στο 80% της συνολικής αξίας των αλιευμάτων. Πολλοί αλιείς οραματίζονταν ένα λαμπρό μέλλον και έκαναν επενδύσεις σε καινούρια σκάφη. Ωστόσο κατά το 1990 τα αλιεύματα παρουσίασαν κατακόρυφη πτώση. Έκτοτε δεν υπήρξε ανάκαμψη. Αυτή η κατάρρευση άσκησε τεράστια οικονομική πίεση στην τοπική κοινωνία.

Η κλίμακα και η ταχύτητα εξαφάνισης των αποθεμάτων γάδου στην Βαλτική αποτέλεσαν το έναυσμα να καταβληθούν πολλές προσπάθειες για την κατανόηση των αιτίων που προκάλεσαν την ραγδαία οικονομική άνοδο και την επακόλουθη οικονομική κατάρρευση. Η περιοχή αυτή έγινε μια διεθνής περιπτωσιολογική μελέτη προσφέροντας διδάγματα για άλλες περιοχές. Η ιστορία της Βαλτικής δεν είναι μία απλή υπόθεση. Όντως η πολυπλοκότητα της κατάστασης αντικατοπτρίζει την πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι φορείς χάραξης πολιτικής για το θαλάσσιο περιβάλλον.

Αλιεύοντας δεδομένα

Οι αλιείς του Bornholm, όπως ακριβώς όλοι οι άλλοι συνάδελφοί τους σε ολόκληρη την Ευρώπη, δεσμεύονται εκ του νόμου να σέβονται τους αυστηρούς περιορισμούς, που ισχύουν στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής, η οποία καθορίζει ποιες ποσότητες αλιευμάτων και ποια είδη ιχθύων μπορούν να αλιεύουν και πού.

Το Διεθνές Συμβούλιο για την Εξερεύνηση των Θαλασσών (ICES) παρέχει επιστημονικές γνωμοδοτήσεις για τα ασφαλή βιολογικά επίπεδα. Τα στοιχεία των ερευνών για την αλιεία, τα στατιστικά στοιχεία για τα αλιεύματα και η περιβαλλοντική παρακολούθηση των ωκεανογραφικών συνθηκών παρέχουν ανεκτίμητα δεδομένα από πλευράς αξιολόγησης της υγείας των πιο αλιευμένων εμπορικών ειδών. Πιο συγκεκριμένα, είναι σημαντικός ο αριθμός των ιχθύων μίας συγκεκριμένης ηλικίας σε μία περιοχή. Όσο περισσότερα νεαρά ψάρια επιβιώνουν κατ’ έτος, τόσο περισσότερα αναμένεται να αλιευθούν δύο έως πέντε χρόνια αργότερα όταν τα ψάρια θα έχουν ωριμάσει. Και όσο περισσότερα ψάρια είναι διαθέσιμα τόσο περισσότερα αυγά θα αναπαραχθούν.

Μετά από τις επιστημονικές γνωμοδοτήσεις, τα κράτη μέλη της ΕΕ έλαβαν αποφάσεις για τα συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC). Οι αποφάσεις αυτές συχνά αντανακλούν προτεραιότητες διαφορετικές από αυτές που αφορούν την προστασία των αποθεμάτων. Το 2006, περίπου 45% των εκτιμηθέντων αποθεμάτων ιχθύων στις θάλασσες της Ευρώπης αλιεύονταν εκτός ασφαλών βιολογικών ορίων. Αυτά τα αλιευτικά επίπεδα αποτέλεσαν αντικείμενο συμφωνίας σε επίπεδο υπουργών.

Τα ψάρια αναπνέουν οξυγόνο διαλυμένο στο νερό

Από τη δεκαετία του 1960 ιδιαίτερα, η αυξημένη χρήση των λιπασμάτων στην γεωργία καθώς και η αστικοποίηση οδήγησαν σε μια δραματική αύξηση των εισροών θρεπτικών ουσιών – μόλυνση - της Βαλτικής. Το γεγονός αυτό οδήγησε στην αύξηση της ανάπτυξης φυτοπλαγκτού και της παραγωγής ιχθύων (περισσότερο φυτοπλαγκτόν σημαίνει περισσότερη τροφή για τα ψάρια). Ωστόσο, αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία αυξημένων προβλημάτων με την ανοξία στα βαθύτερα θαλάσσια ύδατα.

Όταν το νερό, που βρίσκεται κοντά στον βυθό της θάλασσας, γίνεται ανοξυγονικό, απελευθερώνεται υδρόθειο από τον θαλάσσιο πυθμένα στο νερό. Το υδρόθειο είναι τοξικό για τις περισσότερες μορφές ζωής και ήταν ενδεχομένως ο συνδυασμός υδρόθειου και η απουσία οξυγόνου που σκότωσε τις καραβίδες στην θάλασσα Kattegat εκείνη την νύχτα πίσω στο 1986.

Οι ανοξυγονικές περιοχές στην Βαλτική Θάλασσα είναι σήμερα τόσο μεγάλες που έχουν προκαλέσει την μείωση των πιθανών περιοχών αναπαραγωγής (ωοτοκίας) στο κεντροανατολικό τμήμα της Βαλτικής. Στο γεγονός αυτό οφείλεται η μείωση της επιτυχούς ωοτοκίας του γάδου.

Γιατί ήταν τα πρώτα έτη της δεκαετίας του 1980 τόσο καλές χρονιές για τα αλιεύματα γάδου;

Το υψηλό ποσοστό επιβίωσης των αυγών και των λαρβών του γάδου από το 1978 έως το 1983 εξηγείται με βάση τέσσερις παράγοντες. Η πρώτη και βασική εξήγηση δίνεται από το γεγονός ότι η αλιευτική πίεση κατά το τέλος της δεκαετίας του 1970 ήταν μειωμένη. Κατά δεύτερο λόγο, οι κλιματικές συνθήκες προκάλεσαν εισροές ύδατος υψηλής αλατότητας από την Βόρεια Θάλασσα. Η Βαλτική ήταν στην ουσία μία λίμνη γλυκών υδάτων μέχρις ότου ανέβηκε η στάθμη της θάλασσας περίπου 8.000 έτη πριν καθιστώντας δυνατή την εισροή της Βόρειας Θάλασσας στην λίμνη. Οι «παρεισδύσεις» θαλάσσιου ύδατος στην Βαλτική παραμένουν σημαντικές από πλευράς διατήρησης των επιπέδων αλατότητας και οξυγόνου.

Αυτές οι εισροές οδήγησαν σε υψηλότερες συγκεντρώσεις οξυγόνου στις περιοχές ωοτοκίας του γάδου και, ως εκ τούτου, σε υψηλό ποσοστό επιβίωσης των αυγών και, κατά προέκταση, στην παρουσία περισσότερων ιχθυδίων. Κατά τρίτο λόγο, υπήρχε αφθονία σε λάρβες κωπηπόδων (pseudocalanus acuspes), την σημαντικότερη πηγή τροφής για τον γάδο και, τέλος, υπήρχε έλλειψη αρπακτικών όπως η κλουπεονέλλα (παπαλίνα) και οι φώκιες. Η κλουπεονέλλα θηρεύει τα αυγά του γάδου και οι φώκιες θηρεύουν τον γάδο.

Και τι πήγε στραβά;

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 υπήρξαν λιγότερες σημαντικές εισροές από την Βόρειο Θάλασσα με συνέπεια την δημιουργία ανεπαρκών συνθηκών για την επιβίωση των αυγών και τον μικρότερο αριθμό ιχθυδίων. Η μειωμένη αλατότητα οδήγησε επίσης στην μείωση της αφθονίας των κωπηπόδων, βασικό προϊόν διατροφής για τις λάρβες. Αν και το όριο των βιολογικά ασφαλών επιπέδων για την αλιεία μειώθηκε κατά τα τελευταία έτη, τα συμφωνηθέντα σε πολιτικό επίπεδο αλιεύματα TAC έχουν φυσιολογικά υπερβεί αυτό το επίπεδο (Σχήμα 1).

Η παράνομη αλιεία προστίθεται στο πρόβλημα. Έχει υπολογιστεί ότι ένα πρόσθετο 30% εκφορτώνεται παράνομα σε αυτό το σημείο της Βαλτικής Θάλασσας. Το καλοκαίρι του 2007 οι παράνομες εκφορτώσεις από τον πολωνικό αλιευτικό στόλο ήταν τόσο εκτεταμένες ώστε η αλιεία στην Πολωνία απαγορεύθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2007.

Σχ. 1/ Επιστημονικά συνιστώμενα επίπεδα αλιευμάτων (βάσει γνωμοδότησης του ICES), συμφωνηθέντα συνολικά επιτρεπόμενα αλιεύματα (TAC) και πραγματικά αλιεύματα στις ζώνες αλιείας στην περιοχή γύρω από το Bronholm, κατά τα έτη 1989-2007. Πηγή: ΕΟΠ, 2008.

Και μετά η κλιματική αλλαγή!

Η κλιματική αλλαγή επηρεάζει τόσο την θερμοκρασία όσο και το ισοζύγιο άλατος της Βαλτικής. Η άνοδος της θερμοκρασίας των βαθέων υδάτων θα αυξήσει την μεταβολική ανάγκη για οξυγόνο και θα μειώσει την διαλυτότητα του οξυγόνου στο νερό. Αυτό, με την σειρά του, θα συμβάλλει στην μεγαλύτερη γεωγραφική εξάπλωση της ανοξίας. Η αλατότητα στην Βαλτική μειώνεται σταθερά από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 λόγω των αυξημένων βροχοπτώσεων και των μειωμένων εισροών από την Βόρεια Θάλασσα στην Βαλτική Θάλασσα.


Η κλιματική αλλαγή θα επιφέρει μεταβολές στην Βαλτική Θάλασσα και στην ικανότητά της να συντηρήσει εκμεταλλεύσιμους πληθυσμούς γάδου. Η διαχείριση είναι ανάγκη να διευκολύνει αυτές τις μεταβολές εάν τα αποθέματα πρόκειται να παραμείνουν σε ένα επίπεδο σημαντικό από εμπορική άποψη
Καθηγητής Brian Mackenzie, DTU-Aqua, Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Δανίας

 

 

Και οι δύο αυτοί παράγοντες καθορίζονται από την κλιματική αλλαγή. Μία μικρή μείωση της αλατότητας ήδη ανατρέπει το ισοζύγιο και μεταβάλλει τη σύνθεση του οικοτόπου της Βαλτικής. Από τα τρία περισσότερο αλιευμένα είδη, τον βακαλάο, την ρέγγα και την παπαλίνα, ο βακαλάος παρουσιάζει ιδιαίτερη ευαισθησία στη μείωση της αλατότητας επειδή η αλατότητα επηρεάζει και την αναπαραγωγική του ικανότητα και τη διαθεσιμότητα της προτιμώμενης τροφής για τις λάβρες του γάδου.

Οι προβλέψεις για το μελλοντικό ωκεάνιο κλίμα της Βαλτικής ομιλούν για συνεχείς αυξήσεις των βροχοπτώσεων και μειώσεις των εισροών από την Βόρεια Θάλασσα. Αυτό σημαίνει ότι τα αποθέματα γάδου και άλλων θαλάσσιων ειδών ιχθύων είναι πιθανό να υποστούν περαιτέρω μείωση εκτός εάν η αλιευτική πίεση μειωθεί.

Σχ. 2 / Εκτιμήσεις της έκτασης της υποξίας (περιεκτικότητα σε οξυγόνο μικρότερη των 2 ml/l) και της ανοξίας (περιεκτικότητα σε οξυγόνο μηδέν, συχνά με παρουσία υδρόθειου, το οποίο αντιδρά με το οξυγόνο για την παραγωγή θειικής ένωσης. Όταν λαμβάνει χώρα αυτή η αντίδραση, οι συγκεντρώσεις οξυγόνου θεωρούνται αρνητικές) τον Αύγουστο του 2007.  Πηγή: http://www.helcom.fi/environment2/ifs/ifs2007/en_GB/HydrographyOxygenDeep/.

Ελπίδα για το μέλλον

Ανταποκρινόμενες στα περίπλοκα και σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα της Βαλτικής θάλασσας, οι χώρες της περιοχής έχουν συμφωνήσει σε ένα «Σχέδιο δράσης για τη Βαλτική Θάλασσα», προκειμένου να αναπτύξουν εθνικές δράσεις προς την κατεύθυνση της ολοκλήρωσης γεωργικών, αλιευτικών και περιφερειακών πολιτικών. Το σχέδιο αυτό, το οποίο εγκρίθηκε τον Νοέμβριο του 2007, αποτελεί μία σημαντική βάση για πιο αποτελεσματική εφαρμογή της πολιτικής της ΕΕ στην περιοχή αυτή.

Σε αυτήν συμπεριλαμβάνεται η νέα οδηγία – πλαίσιο για την θαλάσσια στρατηγική, σύμφωνα με την οποία οι συνορεύουσες χώρες θα πρέπει να επιτύχουν μία καλή κατάσταση του περιβάλλοντος μέχρι το 2020, συμπεριλαμβανομένης της προϋπόθεσης ότι οι ιχθυοπληθυσμοί θα επαναφερθούν σε «καλή κατάσταση».

Επιπρόσθετα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναπτύσσει μία περιφερειακή στρατηγική για την Βαλτική Θάλασσα, η οποία μπορεί να οδηγήσει στην κατάρτιση σχεδίου δράσης που θα καθορίζει τους βασικούς συντελεστές, τα χρηματοοικονομικά εργαλεία που θα αξιοποιηθούν καθώς και το χρονοδιάγραμμα εργασίας. Η έγκριση αυτής της στρατηγικής από τα κράτη μέλη θα αποτελέσει μία από τις προτεραιότητες της Σουηδικής Προεδρίας της ΕΕ κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2009. Η Σουηδία, άλλωστε, έχει θέσει το περιβάλλον της Βαλτικής Θάλασσας ως μία από τις βασικές προτεραιότητές της.

Η κοινή αλιευτική πολιτική (CFP) σχεδιάστηκε ώστε να ρυθμίζει τις αλιευτικές δραστηριότητες από περιβαλλοντικής, οικονομικής και κοινωνικής απόψεως. Ωστόσο, πολλά από τα πολύτιμα, από εμπορικής πλευράς, είδη ιχθύων στην Ευρώπη έχουν σε μεγάλο βαθμό υπεραλιευθεί και οι πληθυσμοί τους βρίσκονται κάτω από τους ασφαλείς βιολογικές τιμές. Η φύση της νομοθεσίας καθιστά δαπανηρή και δύσκολη την επιτυχή προσφυγή εναντίον των κρατών μελών που επιδίδονται στην υπεραλίευση.

Η προφανής απουσία αίσιας έκβασης όσον αφορά την βιώσιμη διαχείριση πολλών εκ των αποθεμάτων των ιχθύων έχει οδηγήσει τους εμπειρογνώμονες για το θαλάσσιο περιβάλλον να επιζητούν σημαντικές αναθεωρήσεις της υφιστάμενης πολιτικής, η οποία αποτελεί προϊόν συμβιβασμού μεταξύ των χωρών. Το θαλάσσιο περιβάλλον πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένα οικοσύστημα παρά ως τομείς προς εκμετάλλευση.

Ο Joe Borg, μέλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και υπεύθυνος για την Αλιεία και το Θαλάσσιο Περιβάλλον, μάλιστα δήλωσε ότι «η κοινή αλιευτική πολιτική δεν ενθαρρύνει την επίδειξη υπευθυνότητας από τους αλιείς ή τους πολιτικούς» και δρομολόγησε μία άμεση αναθεώρηση της εν λόγω πολιτικής τον Σεπτέμβριο του 2008, τέσσερα έτη νωρίτερα από τον χρόνο που αυτή ήταν προγραμματισμένη να γίνει.

 

Παραπομπές

Diaz, R. J. and Rosenberg, R., 2008. Spreading Dead Zones and Consequences for Marine Ecosystems (Εξάπλωση των νεκρών ζωνών και συνέπειες για τα θαλάσσια οικοσυστήματα). Science, τομ. 321, σ. 926–929.

Mackenzie, B. R.; Gislason, H.; Mollmann, C.; Koster, F. W., 2007. . Impact of 21st century climate change on the Baltic Sea fish community and fisheries (Αντίκτυπος της κλιματικής αλλαγής του 21ου αιώνα στους πληθυσμούς ιχθύων της Βαλτικής Θάλασσας και την αλιεία σε αυτήν). Global Change Biology, τομ. 13, 7, σ. 1 348–1 367.

Sparholt, H.; Bertelsen, M.; Lassen, H., 2008. meta-analysis of the status of ICES fish stocks during the past half century (Μία μετα-ανάλυση της κατάστασης των αποθεμάτων ιχθύων ICES κατά την διάρκεια του περασμένου μισού αιώνα). ICES Journal of Marine Science, τομ. 64, 4, σ. 707–713.

Permalinks

Geographic coverage

Ενέργειες Εγγράφων